Ταινιοθήκη της Ελλάδος
Ταινία
ΠΟΤΑΜΙ (ΤΟ)
Στην ταινία εκτυλίσσονται τέσσερις διαφορετικές ιστορίες, με συνδετικό κρίκο τις όχθες ενός ποταμού. Τρεις ληστές κλέβουν ένα σταυρό και, ενώ προσπαθούν να περάσουν το ποτάμι, ο ένας (Τίτος Βανδής) χάνεται μαζί με το λάφυρο. Ένας στρατιώτης (Ανέστης Βλάχος), λίγες μέρες πριν απολυθεί, συνομιλεί, μέσω της μουσικής του μπουζουκιού και του τραγουδιού, με έναν αντίπαλο της άλλης όχθης και δέχεται τα πυρά του. Η κόρη ενός στρατιωτικού φεύγει από το σπίτι της και γίνεται φίλη ενός κτηνοτρόφου (Βαγγέλης Ιωαννίδης). Ένα ερωτευμένο ζευγάρι δραπετεύει και καταφεύγει στο ποτάμι, γλιτώνοντας σαν από θαύμα το θάνατο σε ένα ναρκοπέδιο, και ο πατέρας (Γιώργος Εμιρζάς) της κοπέλας δίνει τη συγκατάθεσή του για να παντρευτούν.
- Κατηγορία Ψηφιοποιημένες ελληνικές ταινίες μυθοπλασίας
- Χρονιά Παραγωγής 1958
- Χρώμα Α/Μ
- Ήχος ΗΧΟΣ MONO
- Σκηνοθέτης ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ
- Παραγωγή ΦΙΝΟΣ ΦIΛM, JW PRODUCTIONS INC
- Παραγωγός BOURLA DANIEL
- Σενάριο ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ, ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ, ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ
- Διευθυντής Φωτογραφίας VARRIANO GIOVANNI
- Μοντάζ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ, ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗΣ ΝΤΙΝΟΣ
- Ηχολήπτης ΔΑΜΑΛΑΣ ΜΙΚΕΣ
- Σκηνογράφος ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ
- Ενδυματολόγος ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ
- COM_DIGITAL_COLLECTION_ASSISTANTSDIRECTOR_LABEL ΣΤΑΥΡΑΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΔΡΑΓΩΝΕΑΣ ΜΙΜΗΣ, ΛΥΚΑΣ ΠETPOΣ
- Βοηθός διευθυντή φωτογραφίας ΛΕΜΠΕΣΗΣ AΛEKOΣ
- Διευθυντής Παραγωγής BOURLA DANIEL
- Βοηθός Διευθυντή Παραγωγής - Φροντιστής ΤΣΕΝΤΟΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ
- Μουσικοί ΜΗΛΙΑΡΕΣΗΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ, ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ, ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΓIANNHΣ
- Τραγουδιστής ΚΡΕΟΥΖΗΣ ΟΡΦΕΑΣ
- Ειδικοί Συνεργάτες ΓΙΑΝΝΙΚΑΠΑΝΗΣ ΛΕΥΤΕΡΗΣ, ΑΣHMAKOΠOYΛOΣ ΘANAΣHΣ
- ΒΑΝΔΗΣ ΤΙΤΟΣ
- ΜΠΙΝΗ ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ
- ΒΛΑΧΟΣ ΑΝΕΣΤΗΣ
- ΕΜΙΡΖΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΤΑΚΗΣ
- ΜΑΡΤΙΝΗ ΝΤΕΠΥ
- ΤΡΙΑΝΤΗ ΝΤΙΝΑ
- ΖΗΚΑΣ XPIΣTOΦOPOΣ
- ΙΩANNIΔHΣ BΑΓΓEΛHΣ
- ΠΑΝΤΣΟΥ AΓΓEΛIKH
- ΠΑΠΠΑΣ ΣΠΥΡΟΣ
- ΦΟΥΡΝΙΑΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΙΩANNIΔHΣ ΠEPIKΛHΣ
- ΓΑΛΑΝΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΒΑΣΙΛΑΡΑΚΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
1η ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ (ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ)
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ
ΕΛΛΑΔΑ 1960
1η ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ (ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ)
ΜΟΥΣΙΚΗΣ
ΕΛΛΑΔΑ 1960
ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΒΟΣΤΩΝΗΣ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ
ΗΠΑ 1961
14 ενότητες που αφορούν αυτή την ταινία
EIΣAΓΩΓIKH ΣEKANΣ ΠPIN TOYΣ TITΛOYΣ
00:00:10-00:00:56
(Πανοραμικό) Το ποτάμι: Ένα φυσικό όριο, με τις δύο όχθες. Αφηγητής: «Αυτό εδώ είναι το ποτάμι. Θα ήταν όπως όλα τα ποτάμια του κόσμου: λίγο μεγαλύτερο ή λίγο μικρότερο, αν δεν τύχαινε να είναι και κάτι άλλο ακόμα: ένα ποτάμι σύνορο. Από εδώ είμαστε εμείς, από ’κεί οι άλλοι. Έτσι κι εμείς, ξέραμε μονάχα τη μία όχθη. Και όλα θα μοιάζαν ήσυχα από εδώ, αν δεν ήταν αυτές οι σκιές. Αυτή η μυστική ζωή που σέρνεται κρυφά στις καλαμιές και στα βαλτόνερα της απαγορευμένης ζώνης. Όμως, όλα δείχνουν ήσυχα εδώ. Καμιά φορά μονάχα κάποιος θα βάζει στο σημάδι μια πινακίδα, έτσι για να σπάσει λίγο η σιωπή που τεντώνεται πολλές φορές σε αγωνία ανυπόφερτη». Μια πινακίδα τρυπημένη από σφαίρες: «ΠΡΟΣΟΧΗ ΠΑΡΑΜΕΘΟΡΙΟΣ ΓΡΑΜΜΗ. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΣ ΖΩΝΗ». Πυροβολισμός. Μια σφαίρα κόβει την άκρη της πινακίδας.
TO ΔEKAXPONO KOPITΣI KAI TO ΔEKAXPONO AΓOPI ΣE MIA ΣXEΔON ENHΛIKH EPΩTIKH ANTIΠAPAΘEΣH MEΣA ΣTHN KPYΨΩNA TOYΣ ΠOY KATAΛHΓEI ΣTH ΣYNENAITIKH ΠAPAΔΟΣH TOY KOPITΣIOY ΣTON ΠATEPA THΣ.
00:51:51-01:06:41
Α) Τα δύο παιδιά έχουν βρει καταφύγιο σε μια καλύβα. Αγόρι: «άντε σήκω…, εγώ θα φύγω». Κορίτσι: «κάνεις σαν παιδί». Το αγόρι προσπαθεί να τη φοβίσει ή να της δείξει με βίαιες κινήσεις πόσο γενναίος είναι. Με ένα σφύριγμά του εμφανίζεται ένας σκύλος. Το αγόρι παλεύει με το σκύλο, όπως ο Ηρακλής με το λιοντάρι. Ο σκύλος φεύγει φοβισμένος. Ο μικρός βγάζει τη φλογέρα του και παίζει ένα σκοπό, ενώ το κορίτσι ανοίγει τη βαλίτσα του και αλλάζει ρούχα. Ο μικρός της λέει πως θα πάει στον πατέρα της να πάρει το πεντακοσάρικο. Το κορίτσι του απαντά πως τα λεφτά, θα του τα πάρουν οι φαντάροι. Ο μικρός δείχνει να το σκέπτεται, ενώ το κορίτσι τον προκαλεί ερωτικά. Τον κανακεύει με παιδικό ερωτισμό. Ο μικρός την αποκαλεί «παρδαλή». Εκείνη του δίνει τον κουμπαρά της, ζητώντας του σ’ αντάλλαγμα ένα φιλί. Ο μικρός, μάλλον αμήχανος, την αποφεύγει. Του ζητάει να φύγουν μαζί. Αγόρι: «και ποιος θα προσέχει τα βουβάλια;» Κορίτσι: «και ποιον προτιμάς, τα βουβάλια ή εμένα;» Ο μικρός δυσκολεύεται να απαντήσει. Το κορίτσι βάζει τα κλάματα. Ενώ ψάχνει τα ρούχα της, το αγόρι της εκμυστηρεύεται πως δεν νοιάζεται για το πεντακοσάρικο. Εκείνη: «πήγαινε φέρ’τους. Εγώ θα σε περιμένω». Ο μικρός της δίνει ένα τρυφερό φιλί. Β) Το απόσπασμα με τους φαντάρους και τους καβαλάρηδες φεύγει, έχοντας μαζί του το κορίτσι. Ο μικρός βοσκός ακολουθεί ξοπίσω τους πεζός.
Συμμετέχουν: ΔEKAXPONO KOPITΣI - ΔEKAXPONO AΓOPI -ΦANTAPOI
TO ZEYΓAPI EΞANTΛHMENO ΠAPAΔIΔETAI ΣTHN TYXH TOY AΦHNONTAΣ THN KPYΨΩNA TOY
01:06:42-01:09:32
Το ζευγάρι που καταδιώκεται από το απόσπασμα των ένοπλων ιππέων βρίσκει καταφύγιο στο στρατιωτικό τολ. Δείχνουν εξαντλημένοι και απελπισμένοι. Ο νέος λέει στην Άννα πως ο πατέρας της τον αποκάλεσε γύφτο. Ποτέ δεν θα έδινε την κόρη του σε ένα γύφτο. Η Άννα του λέει να μη φωνάζει γιατί θα τους ακούσουν. Το απόσπασμα κινείται στην περιοχή. Αποφασίζουν να φύγουν. Εγκαταλείποντας την κρυψώνα τους, βγαίνουν από το στρατιωτικό τολ. Προχωρούν χωρίς να παίρνουν ιδιαίτερες προφυλάξεις. Σαν να αδιαφορούν πλέον για την τύχη τους.
Συμμετέχουν: ANNA - AΓAΠHTIKOΣ ANNAΣ
KAΘΩΣ O MAPKOΣ ENTOΠIZEI TO «ΓEPO» KAI TOY ΠAIPNEI TO ΣTAYPO, BPIΣKETAI ΣTH ΔΙNH MIAΣ AKOMH POYΦHXTPAΣ ΣTO BAΛTO, ABOHΘHTOΣ.
01:09:33-01:18:15
Ο «γέρος», κρατώντας το σταυρό και το τουφέκι, κινείται στους βάλτους, παίρνοντας προφυλάξεις. Ο Μάρκος, ο ένας από τους δύο αδελφούς, τον ψάχνει. Ο «γέρος» τοποθετεί το σταυρό σε μία συστάδα από καλάμια. Κρύβεται λίγο πιο πέρα, προσέχοντας να μη βραχεί το μπαρούτι του όπλου. Προχωρώντας στα βαλτόνερα, ο Μάρκος βρίσκει το σταυρό. Πίσω του, ο «γέρος» βγαίνει από την κρυψώνα του και τον απειλεί με το δίκανο. Του λέει πως δεν θέλει να μοιραστεί με άλλους τις δύο χιλιάδες λίρες –το λιγότερο– που αξίζει ο κλεμμένος σταυρός. Τα θέλει όλα δικά του. Την ίδια στιγμή, ο Μάρκος αρχίζει να βουλιάζει σε μια ρουφήχτρα της λάσπης, κρατώντας το σταυρό. Οι κραυγές του ακούγονται σε όλο το βάλτο.
Συμμετέχουν: «ΓEPOΣ»- TAΣOΣ - MAPKOΣ
O AΔIKOΣ ΘANATOΣ AΠO EXΘPIKA ΠYPA TOY MANΩΛH
01:18:16-01:24:00
Ο Μανώλης Καζουκίδης, αψηφώντας τη διαταγή του ανθυπολοχαγού να μην απομακρυνθούν περισσότερο από 50 μέτρα, πλησιάζει την όχθη του ποταμού. Εκεί, βλέποντας ένα σκιάχτρο ντυμένο με γερμανική στολή, αρχίζει να το χλευάζει με διονυσιακό οίστρο. Προχωρά και ρίχνει μια βουτιά στο ποτάμι. Ξαφνικά, αντιλαμβάνεται έναν στρατιώτη απ’ το εχθρικό στρατόπεδο. Βγαίνει απ’ το νερό, τρέχοντας, και πιάνει το όπλο του. Σημαδεύει τον στρατιώτη, αλλά δεν πατά τη σκανδάλη. Δεν βρίσκει λόγο για να τον πυροβολήσει. Γελώντας με την καρδιά του, γυρίζει την πλάτη στον «εχθρό της απέναντι όχθης». Ακούγεται ένας πυροβολισμός και η έκφραση χαράς στο πρόσωπό του μετατρέπεται σε πόνο. Μια σφαίρα τον αφήνει στον τόπο.
Συμμετέχουν: MANΩΛHΣ
H ANNA KAI O AΓAΠHTKOΣ THΣ ΠAIPNOYN TH MOIPA ΣTA XEPIA TOYΣ ME PIΣKO THΣ IΔIAΣ THΣ ZΩHΣ TOYΣ.
01:24:01-01:35:00
Το απόσπασμα με τους καβαλάρηδες ψάχνει το ζευγάρι. Οι δύο νέοι βαδίζουν χωρίς να παίρνουν πλέον προφυλάξεις. Ο άντρας φωνάζει: «ελάτε και πιάστε μας». Αγνοώντας την πινακίδα που ειδοποιεί για το ναρκοπέδιο, βρίσκεται χωρίς να το καταλάβει μέσα. Απευθυνόμενος στην Άννα, η οποία βρίσκεται ακριβώς στο όριο του ναρκοπέδιου, της λέει: «Σε σκότωσα 1.000 φορές σήμερα, Άννα». Το έδαφος έχει γίνει εχθρικό. Κάθε βήμα εγκυμονεί το θάνατο. Η Άννα τρέμει.Της ζητά να γυρίσει πίσω. Εκείνη δεν έχει πού να πάει. Ο νέος, σαν να του είναι αδιάφορο αν θα ζήσει ή θα πεθάνει, προχωρά στο ναρκοπέδιο, χωρίς καμιά προφύλαξη. Οι καβαλάρηδες, αντιλαμβανόμενοι τι συμβαίνει, απομακρύνονται αφήνοντας το ζευγάρι μόνο του. Μόνος ο πατέρας της Άννας κάνει ένα κύκλο με το άλογο, κοιτάζοντας αμίλητος τους δύο ερωτευμένους νέους, οι οποίοι παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους.
Συμμετέχουν: ANΝA - AΓAΠHTIKOΣ ANΝAΣ - ΦANTAPOI ΙΠΠΕΙΣ - ΠATEPAΣ ΑΝΝΑΣ
TITΛOI
00:00:57-00:02:32
TITΛOI APXHΣ
EIΣAΓΩΓH ΣTIΣ TPEIΣ ΠAPAΛΛHΛEΣ IΣTOPIEΣ ΠOY ΔIAΔPAMATIZONTAI ΣTO ΠOTAMI: A.OI EΛΛHNEΣ ΣTPATIΩTEΣ ΣTHN OXΘH TOY ΠOTAMOY ΠOY ΣXEΔIAZOYN NA TOΠOΘETHΣOYN KPYΦA NAPKEΣ ΓIA NA ΠAΓIΔEΨOYN TON EXΘPO B.TA ΔYO AΔEPΦIA, O TAΣOΣ KAI O MAPKOΣ ΠOY KYNHΓANE TON «ΓEPO»
00:02:33-00:11:35
Μέρα. Ένα στρατιωτικό τζιπ κινείται σε μια δύσβατη περιοχή, κοντά στην όχθη του ποταμού. Ένας ανθυπολοχαγός με τον λοχία απομακρύνονται από τους φαντάρους, προσπαθώντας να εντοπίσουν με ακρίβεια την περιοχή που θα τοποθετήσουν τις νάρκες. Αψηφώντας τον εχθρό που παρακολουθεί την κάθε τους κίνηση, δεν θα περιμένουν να νυχτώσει. Η τοποθέτηση θα γίνει μέρα μεσημέρι.
Ένας εύσωμος πενηντάρης, με μουστάκι και ξυρισμένο κεφάλι (Τίτος Βανδής), κινείται με δυσκολία μέσα στους βάλτους. Είναι ο «γέρος», τον οποίο κυνηγάνε δύο άντρες: ο Μάρκος (Τάκης Εμμανουήλ) και ο αδελφός του ο Τάσος. Η καταδίωξη γίνεται σε όλο και πιο δύσκολες συνθήκες. Ο Τάσος λέει πως ο «γέρος» ξέρει το βάλτο σαν το σπίτι του. Για να μην τους ξεφύγει, προσπαθούν να καταστρώσουν ένα σχέδιο. Τα πράγματα είναι δύσκολα: «Ο βάλτος είναι γεμάτος ρουφήχτρες».
Ο ανθυπολοχαγός συμβουλεύεται την πυξίδα του. Μαζί με τον λοχία, επιστρέφει στους φαντάρους: θα πρέπει να τοποθετήσουν 400 νάρκες, μέρα μεσημέρι. Ο εχθρός δεν πρέπει να καταλάβει το παραμικρό. Γι’ αυτό και οι φαντάροι, προς αντιπερισπασμό, θα πρέπει να προσποιηθούν τους χασομέρηδες, παίζοντας τη «μέλισσα» ή τις «κουμπάρες», ενώ κάποιοι άλλοι θα τοποθετούν τις νάρκες.
Στο βάλτο, ο «γέρος» κουρασμένος και κινούμενος με δυσκολία κόβει ένα καλάμι για να το χρησιμοποιήσει σαν αναπνευστήρα, όταν κρυφτεί κάτω απ’το νερό. Καθώς τα δύο αδέλφια έχουν χωριστεί, ο Μάρκος ανακαλύπτει σημάδια από κομμένα καλάμια, πράγμα που σημαίνει πως ο «γέρος» πέρασε από εκεί. Πιο πέρα, ο Τάσος, αρχίζοντας να βουλιάζει σε μια ρουφήχτρα του βάλτου, ζητάει με σπαρακτικές κραυγές απ’τον αδελφό του βοήθεια.
Οι κραυγές του Τάσου ακούγονται σε όλη την περιοχή του βάλτου, όπου βρίσκεται και ένα καταδιωκόμενο ζευγάρι: είναι η Άννα, μια νέα και όμορφη κοπέλα, και ο αγαπητικός της, οι οποίοι καταδιώκονται από τους συγγενείς της. «Τώρα πια δεν γίνεται τίποτα. Όπου να ’ναι θα μας φτάσουν», λέει ο άντρας, ενώ η Άννα κλαίει με απόγνωση. Μόνη τους ελπίδα, να περάσουν το ποτάμι.
Συμμετέχουν: ANΘYΠOΠΛOIAPXOΣ - ΛOXIAΣ - MAPKOΣ - TAΣOΣ - «ΓEPOΣ» - ANNA - AΓAΠHTIKOΣ ANNAΣ
O «ΓEPOΣ» ΠAPAΔIΔETAI ΣTOYΣ ΔIΩKTEΣ TOY ENΩ ENOΠΛOI OI ΣYΓΓENEIΣ THΣ ANNAΣ ΠΛHΣIAZOYN TO ΣHMEIO OΠOY KPYBETAI TO ZEYΓAPI
00:11:36-00:17:17
Στο βάλτο, ο Μάρκος βρίσκει τον Τάσο λίγο προτού τον «καταπιεί» η ρουφήχτρα. Τον τραβάει με δυσκολία σε στέρεο έδαφος. Καθώς τα αδέλφια απομακρύνονται, ένας ξαφνικός μικρός θόρυβος προδίδει, μέσα στην ησυχία, τον «γέρο» που στο μεταξύ είχε ξαναβγεί στην επιφάνεια. Σαν να το έχει πάρει απόφαση, ο «γέρος» παραδίδεται στους διώκτες του.
Ένα απόσπασμα ένοπλων ιππέων με σκυλιά πλησιάζει το ποτάμι. Είναι οι συγγενείς της Άννας. «Κουράγιο πατέρα! Δεν θα μας ξεφύγουν..., από εδώ περάσανε», λέει στον αρχηγό του αποσπάσματος ένα απ’ τα αδέλφια της κοπέλας. Κρυμμένο σ’ ένα χαντάκι, μπροστά από ένα συρματόπλεγμα, το ζευγάρι παρακολουθεί τους διώκτες του να απομακρύνονται. Σχεδιάζουν να περιμένουν τη νύχτα, μήπως και καταφέρουν να ξεφύγουν στο σκοτάδι. Πιο πέρα, στο βάθος, υπάρχει ένα στρατιωτικό τολ.
Συμμετέχουν: MAPKOΣ - TAΣOΣ - «ΓEPOΣ» - ANNA - AΓAΠHTIKOΣ ANNAΣ - ΣYΓΓENEIΣ ANNAΣ - ΠATEPAΣ ANNAΣ
EIΣAΓΩΓH ΣTHN IΣTOPIA ME TH ΔEKAXPONH KOPH TOY ΣYNTAΓMATAPXH ΠOY KATAΔIΩKETAI AΠO TOYΣ ΣTAPTIΩTEΣ TOY ΠATEPA THΣ KAI THN KAΛYΠTEI ENAΣ ΔEKAXPONOΣ BOΣKOΣ ΠOY ΣYNANTA ΣTO ΔPOMO THΣ.
00:17:18-00:22:03
Ένας δεκάχρονος βοσκός βουβαλιών συναντά ένα συνομήλικό του κορίτσι που κουβαλάει μια βαλίτσα. Το καλοντυμένο και μάλλον αστικής καταγωγής κορίτσι, βλέποντας το αγόρι να φοράει ένα τεράστιο παλτό, το ειρωνεύεται. Ενοχλημένο το αγόρι της επιστρέφει την ειρωνεία, λέγοντας πως ξέρει την αλήθεια: Είναι η κόρη του συνταγματάρχη και το «έσκασε» από το σπίτι της. Όποιος τη βρει, θα πάρει ένα πεντακοσάρικο. «Ιούδα! Για πέντε δεκάρες γίνεσαι προδότης», είναι η απάντηση του κοριτσιού. Ένα τζιπ με στρατιώτες έχει σταματήσει ψηλά στη γέφυρα. Ρωτάνε τον μικρό βοσκό αν είδε το κορίτσι, ενώ την ίδια στιγμή η μικρή κρύβεται, έρποντας μέσα στο κοπάδι των βουβαλιών. Ο μικρός λέει πως δεν ξέρει τίποτα. Στη γέφυρα, οι έφιπποι διώκτες του κυνηγημένου ζευγαριού έχουν συναντηθεί με τους στρατιώτες που ψάχνουν την κόρη του συνταγματάρχη. Στη γέφυρα, οι έφιπποι διώκτες του κυνηγημένου ζευγαριού έχουν συναντηθεί με τους στρατιώτες που ψάχνουν την κόρη του συνταγματάρχη.
Συμμετέχουν: ΔEKAXPONOΣ BOΣKOΣ - ΔEKAXPONO KOPITΣI - ΣTPATIΩTEΣ
ΠAPAΛΛHΛH ΔPAΣH: MIA OMAΔA ΦANTAPΩN METAΞY TΩN OΠOIΩN KI O MANΩΛHΣ ΠOY ΘA AΠOΛYΘEI ΣE ENNIA MEPEΣ, ΞEΣΠAN ΣE ΔIONYΣIAKO XOPO ENΩ O ANΘYΠOΛOXAΓOΣ ΠPOXΩPAEI ME THN TOΠOΘETΣHΣ TΩN NAPKΩN
00:22:04-00:25:17
Α) Οι φαντάροι ξεσπάν σε διονυσιακό χορό και τραγούδια. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ένας φαντάρος που πρόκειται να απολυθεί σε εννιά ημέρες. Είναι ο Μανώλης Καζουκίδης (Ανέστης Βλάχος) ο οποίος μετρά τις μέρες που του μένουν στο στρατό και κάνει αστεία. Β) Την ίδια στιγμή ο ανθυπολοχαγός, συνοδευόμενος από μερικούς στρατιώτες που δουλεύουν πυρετωδώς, προσπαθεί να τελειώσει το έργο της τοποθέτησης των ναρκών.
Συμμετέχουν: ΦANTAPOI - MANΩΛHΣ - ANΘYΠOΛOXAΓOΣ - ΣTPATIΩTEΣ
O MAPKOΣ, O TAKHΣ KI O ΓEPOΣ ΣYNANTOYN ΔYO AΔEPΦEΣ OI OΠOIEΣ APXIKA TOYΣ ΠEPIΠOIOYNTAI AΛΛA AΠOΠEIPONTAI NA TOYΣ KATAΔΩΣOYN XΩPIΣ EΠITYXIA, ENΩ O «ΓEPOΣ» TO ΣKAEI KAI ΠAΛI
00:25:18-00:40:54
Τα δύο αδέλφια με τον «γέρο», έχοντας βγει από το βάλτο, συναντούν στην ακροποταμιά δύο αδελφές που χορεύουν στην άμμο ένα αισθησιακό ανατολίτικο χορό (κάτι σαν καρσιλαμά ή τσιφτετέλι), με μουσική που βγαίνει από ένα γραμμόφωνο. Λένε στις δύο γυναίκες, να μη φοβούνται. Μαθαίνουν πως ο πατέρας τους το βράδυ θα φέρει τη βάρκα. Τη χρειάζονται για να περάσουν απέναντι. Η μελαχρινή (Ντίνα Τριάντη) βοηθάει τον «γέρο» να πλυθεί, ενώ η ξανθιά μοιάζει να γυροφέρνει ερωτικά τον Μάρκο. Η πρώτη κοπέλα, έχοντας ακούσει πως έκλεψαν ένα χρυσό σταυρό μεγάλης αξίας, τρέχει να τους καταδώσει. Οι άντρες τη συλλαμβάνουν.Τη δένουν σ’ ένα πάσαλο, ενώ συζητούν για τους τρόπους απόδρασης. Μοιάζει λες κι ο καθένας προσπαθεί να κοροϊδέψει τον άλλο. Δεν υπάρχει μεταξύ τους εμπιστοσύνη. Οι δύο γυναίκες συζητούν για τα αδέλφια, την ίδια στιγμή που ο «γέρος» προσποιείται πως τους παραχωρεί το σταυρό, λέγοντας πως κουράστηκε και θα γυρίσει πίσω. Φεύγει, παίρνοντας μαζί του το όπλο. Όταν ο Τάσος κοιτάζει το ταγάρι, καταλαβαίνει πως ο «γέρος» τούς την έσκασε για μια ακόμα φορά. Τον κυνηγάνε κατά τη μεριά του βάλτου.
Συμμετέχουν: AΔEPΦEΣ - TAΣOΣ - MAPKOΣ - «ΓEPOΣ»
OI ΦANTAPOI ΣYNEXIZOYN TA TPAΓOYΔIA KAI O MANΩΛHΣ ONEIPEYETAI THN EΠIΣTPOΦH ΣTO ΣΠITI TOY.
00:40:55-00:48:23
Οι φαντάροι – σε μεγάλη ένταση– παίζουν το «δεν περνάς κυρα-Μαρία». Ένας απ’ αυτούς, εξαντλημένος από το οργιαστικό παιχνίδι μέσα στη ζέστη, δηλώνει πως «αν τους έβλεπε κάποιος από απέναντι, θα τους περνούσε για τρελούς». O Μανώλης Καζουκίδης αρχίζει να παίζει ένα τραγούδι στο μπαγλαμαδάκι του. Οι φαντάροι γύρω του, έχουν ακροβολιστεί πρηνηδόν και ακούνε το τραγούδι. Κοιτάζονται μεταξύ τους με απορία. Στο μεταξύ ο ανθυπολοχαγός με τους στρατιώτες αποπερατώνουν τη ναρκοθέτηση και σταματούν στο μακρινό άκουσμα απο το μπαγλαμαδάκι του Mανώλη.
Συμμετέχουν: ΦANTAPOI - MANΩΛHΣ - ANΘYΠOΛOXAΓOΣ
H ANNA KAI O AΓAΠHTIKOΣ THΣ ΣTHN KPYΨΩNA TOYΣ
00:48:24-00:51:50
H Aννα και ο αγαπητικός της ξαπλωμένοι αγκαλιά στην κρυψώνα τους, σχολιάζουν σαν για πρώτη φορά ο ένας την ομορφιά του άλλου και κάνουν έρωτα.
Συμμετέχουν: ANNA - AΓAΠHTIKOΣ ANNAΣ
- Ξένος τίτλος RIVER (THE)