Παρασκευή 21 Νοεμβρίου στις 21:00
Η ταινία είναι μια βαθιά προσωπική αναδρομή σε στιγμές που η σκηνοθέτις έζησε με τον πατέρα της. Μια προσωπική εξομολόγηση, ειπωμένη όμως με την απαραίτητη απόσταση — αφού ο κινηματογράφος είναι πάντα παρών ανάμεσά τους: ως πάθος, ως επιλογή ζωής και ως τρόπος να υπάρχεις μέσα στον κόσμο. Ο κινηματογράφος ως ιστός που διατρέχει την ιστορία των ανταλλαγών τους και δημιουργεί έναν χώρο φαντασίας. «Με τον κινηματογράφο μπορείς να δραπετεύσεις», λέει ο πατέρας· «με το ίδιο σου το μυαλό». Οι εικόνες γεννιούνται από τις αναμνήσεις και, όπως αυτές, μεγεθύνουν ορισμένα σημάδια ενώ σβήνουν άλλα. Απέριττες εικόνες, όπου δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα πέρα από τους δυο τους — κι εκείνα τα σημεία αναφοράς που μένουν, έχουν πάντα κάτι το απόκοσμο: τα μεγάλα πράγματα είναι υπερβολικά μεγάλα· τα μακρινά, αξεπέραστα μακρινά· οι ηλιαχτίδες λάμπουν σαν πυρκαγιές· τα κοντινά, είναι υπερβολικά κοντά. Στα κινηματογραφικά σκηνικά, αντίθετα, όλα ξεχειλίζουν: σύγχυση, βιασύνη, άνθρωποι, θόρυβος — κι εκεί επίσης όλα διογκώνονται. Μέσα σ’ αυτά τα σκηνικά πάλλεται η συγκίνηση της συλλογικής ζωής. Όσα βλέπουμε στην ταινία είναι εκείνα του Πινόκιο, χτισμένα στη μέση του πουθενά, στην άγονη ύπαιθρο.
Η Φραντσέσκα Κομεντσίνι γεννήθηκε στη Ρώμη το 1961. Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο La Sapienza, όμως διέκοψε τις σπουδές της για να μετακομίσει στο Παρίσι, όπου έζησε για δεκαοκτώ χρόνια και απέκτησε τα τρία της παιδιά. Το 1984 έκανε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο με την ταινία Pianoforte και από τότε έχει υπογράψει ταινίες, ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικές σειρές που αντλούν έμπνευση από την πραγματικότητα — τις συγκρούσεις, τη σκληρότητα και την ανθρωπιά της. Ιδιαίτερη θέση στο έργο της κατέχουν οι γυναικείοι χαρακτήρες, μέσα από τους οποίους επιδιώκει να αναδείξει τη δύναμη και την ουσιαστική τους παρουσία.
Ελληνική Πρεμιέρα


