Ενότητα 1: Διάλογος μεταξύ Ταινιοθηκών: από τον Ανρί Λανγκλουά, τον Κλοντ Μπερί και τον Ζαν Ρους στον Κώστα Γαβρά
Βασισμένη στα διηγήματα του Έντγκαρ Άλαν Πόε «Το οβάλ πορτρέτο» και «Η πτώση του οίκου των Άσερ» και σε σενάριο του Λουί Μπουνιουέλ, η αριστουργηματική αυτή ταινία αποτελεί ένα σπάνιο παράδειγμα για το πώς ο Επστάιν αξιοποίησε τις τότε γνωστές κινηματογραφικές τεχνικές για τη δημιουργία μιας στοιχειωμένης αλλά ταυτόχρονα ονειρικής ατμόσφαιρας. Ο Άλαν επισκέπτεται την έπαυλη των Άσερ. Ο Άσερ ζωγραφίζει τη φιλάσθενη σύζυγό του, η οποία μετά από λίγο πεθαίνει. Αρνείται να δεχτεί το θάνατό της, ώσπου όντως μια νύχτα εκείνη επιστρέφει. Ο Επστάιν, με αργή κίνηση, χαμηλές γωνίες λήψης, περίπλοκο φωτισμό, διπλοτυπίες κι άλλα οπτικά εφέ καθώς και με ρυθμικότητα στο μοντάζ αποδίδει με θαυμαστό τρόπο τη γοτθική και απόκοσμη αίσθηση του Πόε. «Δεδομένου ότι η γαλλική ιμπρεσιονιστική σχολή θεωρούσε πάντα τον κινηματογράφο σαν μια οπτική συμφωνία, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε αυτή την ταινία του Επστάιν ως το κινηματογραφικό ισοδύναμο των έργων του Ντεμπισί», παρατήρησε ο Ανρί Λανγκλουά, ιδρυτής της Γαλλικής Ταινιοθήκης.
Ο Ζαν Επστάιν (1897-1953) θεωρείται, μαζί με τον Αμπέλ Γκανς, τον Μαρσέλ Λ’ Ερμπιέ και τη Ζερμέν Ντιλάκ, ένας από τους πρωτοπόρους σκηνοθέτες του μεσοπολεμικού κινήματος του γαλλικού ιμπρεσιονισμού και των σχετικών θεωριών του ρυθμού και της φωτογένειας της κίνησης. Αφού σκηνοθέτησε σημαντικές ιμπρεσιονιστικές ταινίες, όπως η Πιστή καρδιά (1923), στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 στράφηκε στο ντοκιμαντέρ. Εκτός από σκηνοθέτης υπήρξε θεωρητικός και φιλόσοφος του κινηματογράφου, γράφοντας βιβλία, όπως «Η νόηση μιας μηχανής» (1946) και «Το πνεύμα του κινηματογράφου» (1955).