Η ταινία αναφέρεται στην περίοδο λίγο πριν τον ένοπλο αγώνα των επαναστατών από την Αγκόλα ενάντια στην πορτογαλική αποικιοκρατία τη δεκαετία του 1960. Έπειτα από τη σύλληψη του άντρα της, η Μαρία ξεκινά από το χωριό τους, με το παιδί τους στους ώμους, για να διεκδικήσει την απελευθέρωσή του. Από χωριό σε χωριό, συνενώνεται με άλλους άντρες και γυναίκες, αλλά και υπόκειται στη βία του αποικιοκρατικού καθεστώτος. Ο χαρακτήρας και οι αγώνες της Μαρίας αντανακλούν και την προσωπική διαδρομή της σκηνοθέτιδας Σάρα Μαλντορόρ που ήταν σύζυγος του επαναστάτη της Ανγκόλα και συν-σεναριογράφου της ταινίας Μάριο ντε Αντράντε. Από τη μία μεριά, ο ρεαλισμός της ταινίας επιτείνεται από το γεγονός ότι οι ερασιτέχνες ηθοποιοί είναι πραγματικοί επαναστάτες. Από την άλλη μεριά, η Μαλντορόρ συνθέτει μια ταινία ποιητική, που σπάει τις στερεοτυπικές αναπαραστάσεις της Αφρικής.
Η Σάρα Μαλντόρορ (1929-2020) ήταν η πρώτη μαύρη γυναίκα που έκανε αντι-αποικιοκρατικό κινηματογράφο στην Αφρική. Γεννήθηκε στη Γαλλία, αλλά είχε καταγωγή από τη Γουαδελούπη. Επέλεξε το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο από το ποιητικό μυθιστόρημα του Λωτρεαμόν, Τα τραγούδια του Μαλντόρορ. Ξεκίνησε από το θέατρο και σπούδασε κινηματογράφο στη Μόσχα, μαζί με τον Ουσμάν Σεμπέν. Ο σύζυγός της Μάριο Κοέλιο Πίντο ντε Αντράντε ήταν μια από τις βασικές προσωπικότητες του απελευθερωτικού κινήματος στην Αγκόλα. Οι ταινίες της εξερευνούν τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες στην Αφρική από μια γυναικεία σκοπιά. Με τα λόγια της: “Τελικά, οι πόλεμοι τελειώνουν όταν συμμετέχουν οι γυναίκες ‒ δε χρειάζεται να κρατούν μπαζούκας, αρκεί να είναι παρούσες."